Έντυπη Έκδοση Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 13 Ιουνίου 2010
Δύο ιστορίες με μεγάλη ουρά
Όταν καταθέσει στην εξεταστική επιτροπή για τη Siemens ο επιχειρηματίας Σ. Κόκκαλης και αν για την υπόθεση κληθεί και ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, αναπόφευκτα θα αναζωπυρωθεί η συζήτηση για δύο υποθέσεις που σκίασαν τη δεκαετία του '90 και οι παρενέργειές τους επηρεάζουν και σήμερα τη δημόσια ζωή.
Μιλάμε για τη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον Ξ. Ζολώτα την περίοδο της οικουμενικής το 1990 και για την πτώση της κυβέρνησης της Ν.Δ. το 1993.
1 Η στενή σύνδεση της Siemens και της Ιντρακόμ με τον ΟΤΕ ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 1986, όταν ύστερα από την εισήγηση της τότε υφυπουργού Βιομηχανίας Βάσως Παπανδρέου, το ΚΥΣΥΜ αποφάσισε την επιλογή δύο συστημάτων ψηφιακών τηλεφωνικών κέντρων από τις εταιρείες Ερικσον και Siemens.
Δύο χρόνια αργότερα, το διοικητικό συμβούλιο του ΟΤΕ επί Θ. Τόμπρα ανέθεσε στη Siemens και την Ιντρακόμ την προμήθεια 84.000 ψηφιακών κυκλωμάτων και 20.000 ψηφιακών παροχών. Ταυτόχρονα, η διοίκηση του ΟΤΕ ανέλαβε ισχυρές νομικές δεσμεύσεις έναντι των δύο εταιρειών να προμηθευτεί απ' αυτές όλα τα ψηφιακά που θα χρειαζόταν για την πενταετία 1989-1993. Με την απόφαση διαφώνησαν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στο δ.σ. του οργανισμού Δ. Στρατούλης και Χρ. Χριστοφορίδης.
Οι νομικές υπηρεσίες του ΟΤΕ και τρεις καθηγητές νομικών σχολών γνωμοδότησαν ότι αν ο ΟΤΕ σπάσει τις νομικές δεσμεύσεις θα συρόταν στα δικαστήρια από τις δύο εταιρείες και θα πλήρωνε αποζημιώσεις πολλών δισ. δραχμών. Η επιτροπή επαναδιαπραγμάτευσης που είχε οριστεί πέτυχε βελτίωση των τιμών των ψηφιακών κατά έξι δισ. δραχμές.
Στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών ετέθησαν δύο εναλλακτικά σενάρια: είτε να υπογραφούν οι βελτιωμένες συμβάσεις είτε να ακυρωθούν και να προκηρυχθεί ανοικτός διαγωνισμός, με συνέπεια ατέρμονες δικαστικές διαμάχες με τις δύο εταιρείες, καταβολή μεγάλων αποζημιώσεων και αδυναμία του ΟΤΕ για δύο χρόνια να προχωρήσει το επενδυτικό πρόγραμμά του. Οι πολιτικοί αρχηγοί επέλεξαν την πρώτη λύση, ο δε Χ. Φλωράκης ζήτησε να αρχίσουν οι διαδικασίες για να βρεθούν τρόποι να σπάσουν οι νομικές δεσμεύσεις του ΟΤΕ.
Με την εξέλιξη αυτή διαφώνησε ο τότε υπουργός Γ. Κεφαλογιάννης, ο οποίος απείλησε με παραίτηση αλλά επείσθη να μην την υποβάλει. Καταθέτοντας στις 22 Απριλίου 2010 στην εξεταστική ο κ. Κεφαλογιάννης υπογράμμισε ότι «η απαρχή του σκανδάλου Siemens είναι τότε, το 1990, και διατηρείται 20 χρόνια. Είναι διαχρονικό σκάνδαλο, είναι οικουμενικό σκάνδαλο». Ισχυρίστηκε μάλιστα ότι «την υπόθεση των ψηφιακών μανατζάριζε ο κ. Κόκκαλης».
Οπως αναφέρει σε άρθρο του ο Δ. Στρατούλης, «από το 1990 και μετά οι διοικήσεις του ΟΤΕ, με την έγκριση όλων των κυβερνήσεων της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, δεν πραγματοποίησαν διαγωνισμούς, αλλά έδιναν συστηματικά με απευθείας αναθέσεις όλες τις προμήθειες του ΟΤΕ σε ψηφιακά στη Siemens και την Ιντρακόμ».
Σχετικά με το περιεχόμενο των συνομιλιών των πολιτικών αρχηγών, η φιλολογία είναι πολύ πλούσια. Ο στενός συνεργάτης του Α. Παπανδρέου Τ. Χυτήρης είπε στην «Κ.Ε» ότι «ο Ανδρέας μού είπε αμέσως μετά τη σύσκεψη ότι συμφώνησαν όλοι οι αρχηγοί, προσθέτοντας ότι ίδιος μίλησε λίγο, οι άλλοι εισηγήθηκαν το θέμα κι αυτός δεν έφερε αντίρρηση». Λίγο αργότερα κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο Χ. Φλωράκης ρώτησε τους Κ. Μητσοτάκη και Α. Παπανδρέου αν ο Σ. Κόκκαλης είναι ο γιος του Πέτρου, που ήταν υπουργός στην κυβέρνηση του βουνού.
Στη συνέχεια άρχισε να πλέκει το εγκώμιο του Πέτρου και κατέληξε λέγοντας ότι «αν είναι ο γιος του Πέτρου να του δώσουμε τη δουλειά». Ουδέποτε αυτό επιβεβαιώθηκε. Το ΚΚΕ σήμερα κάνει λόγο για «ανυπόστατα πράγματα, υποβολιμαία και συκοφαντικά». Πάντως, θα ήταν πολύ περίεργο να αγνοεί ο Χ. Φλωράκης τη σχέση του Σ. Κόκκαλη με τον Πέτρο Κόκκαλη και να περιμένει να τον ενημερώσουν οι άλλοι δύο αρχηγοί.
2 Η απόφαση του Α. Σαμαρά να ρίξει την κυβέρνηση της Ν.Δ. το 1993, όπως ο ίδιος υποστήριξε, είχε να κάνει με το «Μακεδονικό»: «υπερασπίστηκα τον πατριωτικό χαρακτήρα μιας ιστορικής παράταξης».
Από την αρχή ο Κ. Μητσοτάκης άφησε υπαινιγμούς για τη συμμετοχή των διαπλεκομένων συμφερόντων στην επιχείρηση ανατροπής της κυβέρνησής του και επεδίωξε να εμφανιστεί ως θύμα συνωμοσίας που στήθηκε γύρω από την προμήθεια των ψηφιακών παροχών (1.100.000).
Ωστόσο δύο χρόνια νωρίτερα, στις 15 Γενάρη 1991, «η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε κατακυρώσει τη σύμβαση 400.000 παροχών στις δύο εταιρείες» (από τον «Ριζοσπάστη» 10-9-2000).
Ο Κ. Μητσοτάκης στις 16 Οκτωβρίου 2000 με συνέντευξή του στο «Βήμα» αναφέρει πως «έγινε κανονική εξαγορά του Α. Σαμαρά», επικαλούμενος ότι «στις εκλογές του 1993 η Πολιτική Ανοιξη έκανε την πιο πλούσια εκλογική καμπάνια». Ο Α. Σαμαράς απαντά με μήνυση και δηλώνει ότι «είναι πολιτική ανανδρία, ο αρχιερέας της διαπλοκής με την ομπρέλα της ασυλίας να ισχυρίζεται ότι τάχα εξαγοράστηκα από συμφέροντα για να ρίξω την κυβέρνησή του». Η μήνυση δεν έφτασε στο ακροατήριο, γιατί δεν ήρθη η βουλευτική ασυλία του Κ. Μητσοτάκη.
Στην υπόθεση παρεμβαίνει ο Μ. Εβερτ σημειώνοντας ότι «κακώς επιμένουν Μητσοτάκης και Σαμαράς, αυτά θα τα γράψει η Ιστορία». Εκτός αν η εξεταστική καταφέρει να γράψει Ιστορία, φωτίζοντας όλες τις σκοτεινές πτυχές του διαχρονικού σκανδάλου.
Η παντοκρατορία Siemens-Ιντρακόμ δεν απειλήθηκε τα επόμενα χρόνια. Επί εκσυγχρονισμού και οι δύο εταιρείες είδαν τις δουλειές τους με το Δημόσιο να επεκτείνονται σε εξωφρενικό βαθμό. Στελέχη του ΠΑΣΟΚ που ήταν στο περιβάλλον Σημίτη (Τσουκάτος, Μαντέλης) έχουν εμπλακεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο σκάνδαλο της Siemens, με τον πρώτο μάλιστα να κατηγορείται από το σύντροφό του Θ. Πάγκαλο για τρυφηλή ζωή (πρόκειται για την περίφημη δήλωση για τα κότερα που συνέβαλε στην απομάκρυνση του κ. Τσουκάτου), ενώ και την περίοδο της Ν.Δ. (2004-2009), παρά το γεγονός ότι ο Κ. Καραμανλής είχε καταγγείλει στη Βουλή ονομαστικά τον Σ. Κόκκαλη και είχε υποσχεθεί την εξολόθρευση των νταβατζήδων, η κυβέρνησή του δεν έκανε τίποτα για να ελέγξει την κατάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου