Το Μακεδονικό
Διά χειρός ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΣΙΛΙΚΟΥ
Εν έτει 1992 (που γιορτάζονταν τα 500 χρόνια της ανακάλυψης της Αμερικής από τον Χριστόφορο Κολόμβο, ή της ομηρικής, όπως υποστηρίζει ο Δημήτρης Καλοκύρης), η τότε ΥΠΠΟ, φίλη κυρία Ντόρα Μπακογιάννη είχε μια ωραία έμπνευση: να οργανώσει στο Παρίσι, μέσω του τότε πρέσβη στον ΟΟΣΑ αείμνηστου Δημήτρη Γερμίδη, μια συνάντηση των «decideurs» (αυτών που αποφασίζουν) στα ΜΜΕ με 6 επώνυμους Ελληνες που ζούσαν τότε στην Πόλη του Φωτός. Ηταν ο Ιάνης Ξενάκης, ο Κώστας Γαβράς, ο Βαγγέλης (Vangelis) Παπαθανασίου, η Βάσω Παπαντωνίου, ο ζωγράφος Paulo (Παύλος Διονυσόπουλος) και ο υπογράφων. Σε μια ειδικά για την περίσταση διαμορφωμένη αίθουσα, στο κέντρο των Ηλυσίων Πεδίων, βρεθήκαμε οι έξι μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, όχι εκείνων που γράφουν, αλλά εκείνων που αποφασίζουν τι θα γράψουν οι δημοσιογράφοι που υπηρετούν στις εφημερίδες ή στα κανάλια τους. Μια αληθινά πολύ σημαντική και πρωτοποριακή πρωτοβουλία τής τότε κυβέρνησης για να καλυφθεί τουλάχιστον ο γαλλόφωνος Τύπος (Ελβετία, Καναδάς, Αφρική, Νέα Καληδονία κ.λπ.). Ο καθένας από μας έκανε την κατάθεσή του για το πρόβλημα της ονομασίας του κρατιδίου των Σκοπίων και νομίζω πως κάπως επηρεάσαμε τους «αποφασιστές» των γαλλόφωνων ΜΜΕ. Εχουν περάσει 16 χρόνια από τότε και πλέον η ίδια υπουργός, τότε ως ΥΠΠΟ τώρα ως ΥΠΕΞ, δίνει την απέλπιδα μάχη της για να αποφευχθεί το μέγα λάθος. Εγώ γεννήθηκα στην Καβάλα. Δύο φορές τον περασμένο αιώνα οι Βούλγαροι, ζητώντας διέξοδο στο Αιγαίο, μας «προσάρτησαν». Μία το 1913, αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης από τον οθωμανικό ζυγό, και μία άλλη το 1941 με την εισβολή των ναζί και των Βούλγαρων συμμάχων τους. Ως παιδί θυμάμαι ότι ο πατέρας μου, βουλευτής του Παπαναστασίου το 1936 μέχρι τη δικτατορία του Μεταξά, φοβόταν ότι θα τον παίρναν όμηρο στη γειτονική Βουλγαρία, γιατί οι Βούλγαροι φρόντιζαν πρώτα να αποκεφαλίζουν τις τοπικές «ελίτ». Ετσι προτιμήσαμε τους ναζί από τους Βούλγαρους συμμάχους τους και προσφυγέψαμε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη. Ο Βούλγαρος διοικητής της Καβάλας, μανιώδης κυνηγός, έπαιρνε τον σκύλο τού επίσης κυνηγού παππού μου, τον «επίτασσε», όπως επίταξαν και το σπίτι μας μόλις φύγαμε, ώσπου ζηλεύοντάς τον για τη σπάνια κυνηγόσκυλη ικανότητά του τον πυροβόλησε, κι εκείνος, ο θρυλικός Ρεξ, ήρθε να αφήσει την τελευταία του πνοή, μια νύχτα του Γενάρη, βογγώντας, έξω από το διώροφο σπίτι μας. Δεν αναμνησιολογώ. Θέλω να πω ότι αν η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας κρατήσει το όνομα Μακεδονία (είτε ως σύνθετο είτε ως απλό), εγώ ο Μακεδόνας Καβαλιώτης τι θα είμαι; Αν πω Μακεδόνας, θα με ρωτούν αν γεννήθηκα στα Σκόπια. Αν πω Ελληνας, θα προδώσω τον τόπο της καταγωγής μου, δηλαδή τη Μακεδονία. Ολα ξεκίνησαν απ' τον στρατάρχη Τίτο. Οταν διαφώνησε με τον Στάλιν και οι Δυτικοί απαγόρεψαν οτιδήποτε θα τον ενοχλούσε στην αντιπαράθεσή του με τον Κόκκινο (κυριολεκτικά, γιατί ήταν μεγάλος στρατάρχης, αλλά και αιματοβαμμένος) Δικτάτορα. Οπότε η Ελλάδα, βουτηγμένη μέχρι τον λαιμό στο δικό της Εμφύλιο, με τη στήριξη των Αμερικανών του Βαν Φλιτ, εσιώπησε τότε στον όρο Δημοκρατία της Μακεδονίας. Από εκεί ξεκινούν όλα τα δεινά. Μέσα στα 40 χρόνια που μεσολάβησαν από την ανακήρυξη του Τίτο σε Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, μέχρι σήμερα, οι άνθρωποι του κρατιδίου αυτού επινόησαν μια διάλεκτο (με 80% τα βουλγαρικά και 20% τα σερβικά), φτιάξαν μια μπάσταρδη γλώσσα, τη «μακεδονική», βγάλαν βιβλία, ίδρυσαν σχολεία, φτιάξαν μιαν επινοημένη ταυτότητα και σήμερα, δηλαδή εδώ και 17 χρόνια, παρουσιάζονται σαν «Μακεδόνες». Μα εγώ που είμαι Μακεδόνας και μιλώ και γράφω ελληνικά, τι είμαι τότε; Ο Λόρενς Ντάρελ, όχι ως φιλέλληνας, αλλά ως υψηλόβαθμος πράκτορας της βρετανικής Intelligence Service, απέδειξε περίτρανα από το 1948 ότι αυτή η γλώσσα των Σκοπίων είναι «φτιαχτή». Και το ανέφερε στους ανωτέρους του. Που εκώφευσαν, γιατί δεν ήθελαν να στεναχωρήσουν τον αντίπαλο του Στάλιν, τον Τίτο. Τα χρόνια πέρασαν, διαλύθηκε η Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία εις τα εξ ων συνετέθη, και το κρατίδιο των Σκοπίων, που μετονομάστηκε σε FYROM (Former Yugoslavian Republic of Macedonia) -Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας- διεκδίκησε το όνομα σκέτο: Μακεδονία. Είχε και μια εθνική ποδοσφαίρου και άξιους σκηνοθέτες και συγγραφείς, που βραβεύτηκαν, και όλες οι τηλεοράσεις του κόσμου μιλούσαν πλέον για Μακεδονία, σκέτη κι απόκοπη, οπότε εγώ ένιωθα ολοένα και πιο περιθωριακός. Αν αυτοί είναι ή λέγονται Μακεδόνες, εγώ που δεν καταλαβαίνω τη γλώσσα τους και έχω πρόβλημα, παιδιόθεν, με τους Βούλγαρους (κλέψαν το πιάνο της μητέρας μου αποχωρώντας από την Καβάλα το 1945) -τότε εγώ τι είμαι; Εγώ μια ζωή μεγάλωσα στη Μακεδονία. Την ελληνική. Ας πουν αυτοί το κομμάτι που τους ανήκει Σλαβική Μακεδονία, να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Ο Νικόλαος Μάρτης, ο Καβαλιώτης βοηθός του πατέρα μου στο μεταπολεμικό δικηγορικό του γραφείο στην Καβάλα, και κατοπινός υπουργός του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αφιέρωσε τη ζωή του στον αγώνα να μη μεταλλαχτεί το όνομα της Μακεδονίας. Τότε τον έβλεπαν όλοι ως ονειροπόλο και αδίκως ανησυχούντα. Και όμως, είχε δίκιο. Και σε ένα βιβλίο του βρήκα μια επιτάφια πλάκα προ 3.000 ετών που έφερε το όνομά μου, Βασίλειος Βασιλικός. Πώς μπορεί λοιπόν να εκχωρηθεί, όχι το δικό μου όνομα, αλλά αυτό της Μακεδονίας, σε σφετεριστές χωρίς καμία διάκριση; Το βέτο επιβάλλεται λοιπόν. Ας πει λοιπόν και η χώρα μας μία φορά το «ΟΧΙ το σωστό», όπως λέει και ο Καβάφης. Το ίδιο ΟΧΙ που λένε οι Ρώσοι και οι Κινέζοι για την ανεξαρτησία του Κοσόβου. Το ίδιο όχι που είπε και ο Τάσσος Παπαδόπουλος στο σχέδιο Ανάν, άσχετα αν οι συμπατριώτες του τον αντάμειψαν με το δικό τους όχι.